ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1974


Ήταν ένας μήνας με …πολλή ιστορία: Χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, τουρκική εισβολή, γενική επιστράτευση, μεταπολίτευση και …πολλά παραλειπόμενα. Το Ξυλότρο είχε ένα θύμα: Ο Αποστόλης Δορμούζης σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα, καθώς πήγαινε στη μονάδα του, υπακούοντας στο κέλευσμα της γενικής επιστράτευσης. 
Ήταν 20 Ιουλίου και απολάμβανα οικογενειακώς τις …ημερήσιες διακοπές μου σε μια παραλία της Καβάλας. Κάποια στιγμή παρατήρησα ότι όλοι έφευγαν με περισσή βιασύνη. Ψελλιάστηκα ότι κάτι συμβαίνει αλλά δεν είπα τίποτε στην ομήγυρή μου. Σε λίγο μάθαμε το μεγάλο νέο: Γενική επιστράτευση, λόγω τουρκικής εισβολής στην Κύπρο (δεν θυμάμαι αν προηγουμένως είχα πληροφορηθεί για το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου). Χωρίς χρονοτριβή, έσπευσα στην Ξάνθη (όπου διέμενα), πήρα τα απολύτως απαραίτητα και με τον “σκαραβαίο” μου μετέφερα την …αρτισύστατη οικογένειά μου προς τα Σέρρας. Στα υψώματα πριν από την Καβάλα, προσπέρασα το σταματημένο αυτοκίνητο ενός γνωστού μου Τούρκου (ή αν θέλετε τουρκογενή). “Τι γίνεται Μεμέτ”,
του είπα. “Όπως ήρθαν τώρα τα πράγματα, μη ρωτάς τι γίνεται”, μου απάντησε. Μετά με αναγνώρισε. “Α! Εσύ είσαι Γιώργο. Φεύγω για Θεσσαλονίκη, τι να κάνω”; Του ευχήθηκα “καλό δρόμο” και έφυγα.
Μόλις έφτασα στα Σέρρας, πήρα έναν καφέ, “ξηρά τροφή δύο ημερών” και φουλ για τον Έβρο. Ένας συγγενής μου με συνόδευσε για να πάρει πίσω τον “σκαραβαίο”. Κατά το σούρουπο, και λίγο μετά την Ξάνθη, ένα άρμα του οποίου έσπασε η ερπύστρια, μας έκλεισε το δρόμο, ευτυχώς όχι για πολύ. Ήταν ένα κακό προμήνυμα. Γύρω στις 10 το βράδυ βρήκα τη μονάδα μου, μια παροπλισμένη Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού. Παρέλαβα τα ατομικά μου είδη και πήγα αμέσως στην πυροβολαρχία, κάπου 200-300 μέτρα από το ποτάμι του Έβρου. Οι διοικούντες την παροπλισμένη Μοίρα είχαν μεριμνήσει να μεταφέρουν στην προβλεπόμενη θέση μάχης τα πυροβόλα μαζί με τα πυρομαχικά τους. Ήμουνα ο Αξιωματικός Βολής της Πυροβολαρχίας, με βαθμό εφέδρου υπολοχαγού. Ο ορισμένος ως Διοικητής της Πυροβολαρχίας, επίσης έφεδρος υπολοχαγός, παρόλο που καταγόταν από τον Έβρο, είχε φροντίσει να …μην παρουσιαστεί παρά μόνο μετά από δυο μέρες. Έτσι ανέλαβα αυτεπαγγέλτως και χρέη Διοικητού Πυροβολαρχίας.
Οι στρατιώτες ήταν κατενθουσιασμένοι, έτοιμοι για …την Κωνσταντινούπολη. Όταν όμως πήρα τα στοιχεία βολής, κατάλαβα πως βρισκόμασταν σε αμυντική διάταξη, αφού τα κανόνια μας στόχευαν στη γέφυρα των Κήπων! Μερίμνησα να …μην τους ενημερώσω. Οι περισσότεροι κατάγονταν από τον Έβρο. Τους συγκέντρωσα και τους είπα δυο λόγια, περίπου τα εξής: Είμαστε εδώ για να υπερασπίσουμε την πατρίδα από τους Τούρκους. Να υπερασπίσουμε τα χωράφια του Γιάννη, τα πρόβατα του Κώστα, τα γελάδια του Φίλιππου, το σπίτι του Πέτρου, το παντοπωλείο του Αριστείδη. Να υπερασπίσουμε την τιμή της μάννας μας, της γυναίκας μας, της αδερφής μας, του κοριτσιού μας. Να υπερασπίσουμε το δικαίωμα να κάνουμε κουμάντο στον τόπο μας εμείς και όχι οι Τούρκοι.
Σχημάτισα τα “Στοιχεία” (ομάδες εξυπηρέτησης) των πυροβόλων και τις προβλεπόμενες ομάδες υποστήριξης. Διέταξα τους Λοχίες-Αρχηγούς Στοιχείων να οδηγήσουν τους άνδρες τους στα πυροβόλα και να κάνουν έναν πρώτο έλεγχο. Τότε ένοιωσα το πρώτο σοκ: Από όλα τα κανόνια, πλην ενός, έλειπαν οι σκοπευτικές διόπτρες. Πολεμιστής αόματος!
Ανέθεσα σε έναν από τους εφέδρους ανθυπολοχαγούς της πυροβολαρχίας να “τάξει προς τον στόχο” το μοναδικό κανόνι που είχε διόπτρα, και κατευθύνθηκα προς τη Διοίκηση της Μοίρας. Στο δρόμο συνάντησα έναν “δόκιμο” που υπηρετούσε τη θητεία του στην παροπλισμένη Μοίρα. Του ανέφερα το γεγονός και του ζήτησα πληροφορίες, για το ποιος ήταν ο “Διαχειριστής Υλικού”. Μου απάντησε ότι αυτός ο ίδιος ήταν Διαχειριστής Υλικού αλλά δεν ξέρει τίποτα διότι τα καθήκοντα που πράγματι εκτελούσε ήταν αυτά του υπευθύνου της Λέσχης Αξιωματικών (φρόντιζε δηλαδή να “τρώνε καλά” οι αξιωματικοί της παροπλισμένης μονάδας). Του είπα ότι τέτοια ειδικότητα δεν υπάρχει στο ελληνικό στρατό και …σχεδόν τον έφτυσα.
Στο Διοικητήριο δεν βρήκα κανέναν παρά μόνο 2-3 στρατιώτες (κληρωτούς) που κάθονταν αμέριμνοι. Πήγα στη θέση που ήταν “ταγμένη” η μοναδική “ενεργός” πυροβολαρχία της Μοίρας. Σκοπός αυτής της πυροβολαρχίας ήταν, μεταξύ άλλων, να συντηρεί και να διατηρεί το υλικό όλης της Μοίρας. Ήταν κανονικά στελεχωμένη με κληρωτούς οπλίτες και διοικούνταν από έναν μόνιμο Λοχαγό. Αφού κουβεντιάσαμε σχετικά, επέτρεψε να γίνει έρευνα στα υλικά των “δικών του” πυροβόλων μήπως “κατά λάθος” βρίσκονται εκεί οι …χαμένες διόπτρες. Γύρισα πίσω και έστειλα έναν Λοχία και έναν στρατιώτη-Σκοπευτή να κάνουν την έρευνα αυτή. Τότε ο ανθυπολοχαγός που του ανέθεσα να “τάξει” το μοναδικό …μη αόματο πυροβόλο, μου ανέφερε ότι δεν μπόρεσε να κάνει τίποτα διότι τα ειδικά φωτιστικά (απαραίτητα για νυχρερινή “τάξη” πυροβόλων) δεν λειτουργούν ελλείψει μπαταριών! Πήρα ένα τζιπ και έσπευσα στο γειτονικό κεφαλοχώρι (ε!, μη νομίσετε ότι επιδίωξα να εκδοθεί η προβλεπόμενη ειδική “διαταγή πορείας”). Αγόρασα (φυσικά από την τσέπη μου) όσες μπαταρίες βρήκα στα παντοπωλεία του χωριού και γέμισα με αυτές το κράνος μου.
Επέστρεψα και “τάξαμε” το μοναδικό “διοπτροφόρο” κανόνι στον στόχο του. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα και είπα να πάρω μια ανάσα. Πήγα στο καφενείο του κοντινού χωριού με παρέα, ας πούμε το …επιτελείο μου. Είπαμε στον καφετζή να μας φέρει μερικές ρετσίνες και να ετοιμάσει οτιδήποτε είχε για μεζέ (αυγά, τυρί, κονσέρβες κλπ). Όταν σηκωθήκαμε ο καφετζής αρνούνταν να πάρει οτιδήποτε για πληρωμή. “Εγώ να πάρω λεφτά από τον ελληνικό στρατό”; Έλεγε. Του πέταξα κάτι χρήματα …στην κουζίνα του αλλά μάλλον δεν πήρε (ή έκανε πως δεν πήρε) χαμπάρι. (σ’αυτόν τον καφετζή θα επανέλθω). Γυρίζοντας στην πυροβολαρχία, με περίμενε ο Λοχίας που είχα στείλει προς …ανεύρεση διοπτρών και μου ανέφερε ότι η έρευνα αναβλήθηκε εκ των πραγμάτων για την επομένη επειδή οι στρατιώτες της “ενεργού” πυροβολαρχίας είτε κοιμούνταν είτε ήταν σε νυχτερινές αποστολές (σκοπιές, περίπολοι). Έκανα “έφοδο” στις σκοπιές (επ’ αυτού, επίσης θα επανέλθω) και έπεσα κατάκοπος για ύπνο.
Ξύπνησα το γλυκοχάραμα, χωρίς να πάρω χαμπάρι ότι το πρόσωπό μου είχε γίνει τούμπανο από τα κουνούπια. Έκανα μια γύρα στις σκοπιές και πήγα να δω το …μοναδικό κανόνι που είχαμε “τάξει” στο στόχο. Και τότε, άλλο ένα σοκ και οργή απερίγραπτη! Όλα τα βλήματα που υπήρχαν στη διάθεση του …μη αόματου κανονιού, ήταν καπνογόνα! Αντί να χτυπήσουμε τον εχθρό θα κάναμε προπέτασμα καπνού, τυφλώνοντας το δικό μας πεζικό! Τι είχε γίνει: Είχαν πάρει “στα κουτουρού” τα πυρομαχικά από την αποθήκη, και …ότι έτυχε σε κάθε κανόνι. Τι φταίει; Η αδιαφορία των διοικούντων την παροπλισμένη Μοίρα (και όλως ιδιαιτέρως του Διοικητή της Μοίρας και του αξιωματικού-Διαχειριστή Υλικού): Ο στρατιωτικός κανονισμός λέει ότι τα πυρομαχικά κατανέμονται “κατά φόρτους πυροβόλου”. Αυτό σημαίνει ότι, για κάθε κανόνι, τοποθετείται στην αντίστοιχη θέση ορισμένος αριθμός βλημάτων κάθε είδους (π.χ, 80 εκρηκτικά, 20 εγκαιροφλεγή, 10 αντιαρματικά, 4 καπνογόνα κλπ). Δυστυχώς αυτοί οι κύριοι, που πληρώνονταν από τον ιδρώτα του κοσμάκη, αντί να τηρούν τους κανονισμούς προτιμούσαν τα ...πρωταθλήματα τάβλι.
Μετά τα …πρωϊνά προσκλητήρια ξαναέστειλα τον Λοχία και τον Σκοπευτή να ψάξουν για τις χαμένες διόπτρες στην “ενεργό” πυροβολαρχία. Ήταν όλες εκεί! Πεπαλαιωμένες ή και ελαττωματικές αλλά ήταν εκεί. Οι οπλίτες της “ενεργού” πυροβολαρχίας πήγαιναν όποτε “τους κάπνιζε” στην Αποθήκη Υλικού και έπαιρναν ότι ήθελαν. Τους φαίνονταν παλιά ή ελαττωματική μια διόπτρα; Πήγαιναν και έπαιρναν μια καινούργια. Το ίδιο γίνονταν και με τις μπαταρίες που προανέφερα και με οποιοδήποτε άλλο “χρήσιμο” υλικό.
Εν πάσει περιπτώσει, τη δεύτερη μέρα (21 Ιουλίου) ένοιωσα ότι συμμάζεψα στοιχειωδώς την πυροβολαρχία. Το απόγευμα, μου τέθηκε το θέμα των “αόπλων” στρατιωτών και αξιωματικών, για το οποίο, λίγες μέρες αργότερα, είχε γίνει λόγος και στον Τύπο. Στους ενδιαφερόμενους “αόπλους” είπα ότι ήδη είχα αναφέρει σχετικά στη διοίκηση, κατά τη διάρκεια σύσκεψης αξιωματικών της Μοίρας. Τι συνέβαινε με αυτούς τους αόπλους; Για την πολεμική σύνθεση κάθε στρατιωτικής μονάδας (πυροβολαρχίας επί του προκειμένου) προβλέπεται ορισμένος αριθμός ανδρών αλλά και υλικών. Έτσι, αν η πολεμική σύνθεση προβλέπει 100 στρατιώτες, 10 υπαξιωματικούς και 5 αξιωματικούς, τότε υπάρχουν αντίστοιχα, 100 τουφέκια πεζικού, 10 υποπολυβόλα και 5 πιστόλια. Όμως, με τη Γενική Επιστράτευση που διέταξε τότε ο Γκιζίκης, παρουσιάτηκαν 40 επιπλέον οπλίτες και 2 επιπλέον αξιωματικοί, που βέβαια έμειναν άοπλοι. Δεν θα εισέλθω σε λεπτομέρειες για το πως και γιατί έγινε αυτό, εκείνο όμως που τότε έπρεπε να γίνει πάραυτα, ήταν να αποσταλεί πίσω στη Μεραρχία όλο το πλεονάζον προσωπικό. Αυτό ακριβώς εισηγήθηκα στη Διοίκηση της Μοίρας, η οποία δυστυχώς διακατέχονταν από απόλυτη ευθυνοφοβία.
Το βραδάκι διαπίστωσα ότι ένας εκ των “αόπλων” εφέδρων ανθυπολοχαγών ξεπέρασε τα εσκαμμένα. Μιλώντας σε ένα “πηγαδάκι” στρατιωτών, δεν διαμαρτύρονταν απλώς για το ότι ήταν άοπλος αλλά έλεγε ακόμη, «τι το διάολό μας θέλουμε εδώ», «γιατί να πολεμήσουμε για την Κύπρο» και άλλα παρόμοια. Πλησίασα στο “πηγαδάκι” και επιστρατεύοντας όλη την …υποκριτική μου τέχνη, ανακοίνωσα στην ομήγυρη ένα “νέο” που δήθεν μόλις είχα πληροφορηθεί: Ότι οι Τούρκοι κάνανε …απόβαση στη Θεσσαλονίκη και έχουν επιδοθεί σε λεηλασίες και όργια σε βάρος του άμαχου πληθυσμού. Ο “φίλος μας” (Θεσσαλονικιός και άρτι αραβωνιασθείς) πανικοβλήθηκε. Άρχισε να ρωτά αν ξέρω λεπτομέρειες. Ναι του είπα. Ξέρω ότι άδειασαν το μαγαζί σου, και …περιποιήθηκαν την αραβωνστικιά σου, τη μάννα σου, την αδερφή σου. Με αυτό το ξέσπασμά μου αποκαλύφθηκε και το …ψέμμα μου. Ο “φίλος” όμως έγινε καταγέλαστος και φυσικά δεν τόλμησε να …ξανανοίξει το στόμα του.
Επανέρχομαι στην έφοδο που έκανα στις σκοπιές την πρώτη βραδιά. Πλησιάζοντας στην πρώτη σκοπιά διέκρινα τη σιλουέτα του σκοπού να προβάλλει στον ορίζοντα, ενώ φώναζε με στεντόρεια φωνή “άλτ, τις εί”. Πλησίασα κανονικά (με το παρασύνθημα κλπ) και του είπα ότι, αν ήμουν …Τούρκος, θα βρίσκονταν ήδη στον άλλο κόσμο: Με θητεία 24 και πλέον μηνών, που ίσχυε τότε, δεν του είχαν μάθει ότι ο σκοπός επιτηρεί τον τομέα του καλυμμένος, ιδίως μάλιστα σε καιρό πολέμου. Δεν χρειάζεται να πω ότι τα ίδια ακριβώς συνάντησα και στις άλλες σκοπιές.
Την τρίτη μέρα (22 Ιουλίου) συνέβη άλλο απρόσμενο γεγονός. Αργά το απόγευμα με πλησίασαν δυο στρατιώτες και μου είπαν με απογοήτευση: “Αυτό το πράγμα κύριε διοικητά (έτσι με αποκαλούσαν) δεν το περιμέναμε από σένα”. Τι είχε συμβεί; Ειδικός απεσταλμένος της Μοίρας έδωσε, εν αγνοία μου, στον Λοχία Υπηρεσίας μια κατάσταση: Ποιοι στρατιώτες θα φυλάγουν στις σκοπιές και ποιοι θα πηγαίνουν μόνο σε περιπόλους. Ήταν κοινό μυστικό ότι οι πρώτοι φέρονταν ως “υγιών φρονημάτων” ενώ οι δεύτεροι ήταν χαρακτηρισμένοι ως αριστεροί. Παρουσιάστηκα αμέσως στον Διοικητή της Μοίρας, εκφράζοντας την αγανάκτησή μου. “Εκτελούμε διαταγές”, ήταν η απάντηση που πήρα. Ανταπάντησα ότι προσωπικά θεωρώ εγκληματική μια τέτοια διαίρεση των στρατιωτών ενόψει πολέμου και του υπενθύμισα ότι η διοχέτευση τέτοιων εγγράφων απευθείας στον Λοχία Υπηρεσίας και εν αγνοία μου, συνιστά παράβαση των στρατιωτικών κανονισμών. Γύρισα στην πυροβολαρχία αγανακτισμένος. Οι ίδιοι στρατιώτες, που προηγουμένως είχαν διαμαρτυρηθεί, τώρα ανέλαβαν να με παρηγορήσουν. “Σου ζητάμε συγγνώμη, δεν φταις εσύ”. Σε λίγο παρουσιάστηκε (επιτέλους) ο υπολοχαγός που ήταν ορισμένος ως διοικητής της πυροβολαρχίας. Μάζεψα τους στρατιώτες και τον παρουσίασα. Από τότε με αποκαλούσαν τιμητικά “κύριε υποδιοικητά” (τέτοια θέση ή τίτλος δεν υπάρχει στην πυροβολαρχία).
Την επομένη (23 Ιουλίου) άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες ότι έρχεται ο Καραμανλής. Νωρίς το απόγευμα έγινε “συγκέντρωση Μοίρας”. Ο Διοικητής, εν μέσω του επιτελείου του (όλοι με το …πουλί στο στήθος) προσπάθησε να μιλήσει. “Είμαστε πιστοί στην Εθνική Κυβέρνηση” πρόλαβε να πεί και ένα παρατραβηγμένο “ουου” αποδικιμασίας ακούστηκε από δεκάδες στόματα στρατιωτών. Οι ζωηρότεροι κινήθηκαν απειλητικά εναντίον τους. Μπήκαμε μπροστά 3-4 έφεδροι και τους γυρίσαμε πίσω στις γραμμές τους. Ο Διοικητής είπε “για το θεαθείναι” κάποια ανούσια λόγια περί πειθαρχίας κλπ, και η συγκέντρωση έληξε “αισίως”.
Την επομένη, 24 Ιουλίου, ορκίστηκε πρωθυπουργός ο Καραμανλής με αντιπρόεδρο τον Γεώργιο Μαύρο. 
Σε λίγες μέρες (δεν θυμάμαι πότε ακριβώς) σταματήσαμε να είμαστε “με το δάκτυλο στη σκανδάλη” και εισήλθαμε σε ομαλή στρατιωτική περίοδο, με ημερήσιο πρόγραμα εκπαίδευσης κλπ. Θυμάμαι ότι ήταν Σάββατο η πρώτη μέρα της …μετάβασης σε ειρηνική περίοδο. Σύμφωνα με τα τότε ισχύοντα προγράμματα, κάθε Σάββατο γίνονταν η εβδομαδιαία συντήρηση των πυροβόλων. Όταν, μετά το πρωϊνό προσκλητήριο, ανακοινώσαμε ότι η πυροβολαρχία θα ασχολούνταν με τη συντήρηση των πυροβόλων, ένας Λοχίας με παρεκάλεσε να του επιτρέψω να πάει στη σκηνή του για να αλλάξει φόρμες (ρούχα εργασίας) διότι, μη γνωρίζοντας ότι θα κάνουμε συντήρηση, είχε φορέσει τις καθαρές του φόρμες. Σε λίγο ακούστηκαν φωναχτά, και αμέσως ο ημερήσιος σκοπός κατάφερε να με ειδοποιήσει ότι ο ταγματάρχης-υποδιοικητής της Μοίρας δέρνει τον Λοχία (θεωρώντας, όπως μου είπε μετά, ότι μόλις τη στιγμή εκείνη ξύπνησε από τον ύπνο). Έτρεξα επιτόπου και τον …σκυλόδιωξα. “Μην τολμήσεις να ξαναπατήσεις στην πυροβολαρχία αν δεν με ειδοποιήσεις ”. Του επέστησα την προσοχή ότι η βιαιοπραγία κατά κατωτέρου αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Μιλιά ο “κύριος υποδιοικητής”. Μεταβολή και πίσω!
Μετά από κάποιες μέρες (στις 9 Αυγούστου νομίζω) ήταν ο “δεύτερος Αττίλας” και είχαμε τεθεί σε συναγερμό. Ύστερα πάλι τα πράγματα ηρέμησαν. Μας επισκέφθηκε ένας Ταξίαρχος. Συγκάλεσε σύσκεψη αξιωματικών και μετά από κάποιες τετριμμένες ομιλίες, του ίδιου και του διοικητή της Μοίρας, ρώτησε αν κανείς θέλει να αναφέρει κάτι. Σηκώθηκα και …τους τα έψαλα: Για τους υπεράριθμους αόπλους και την ευθυνοφοβία τους, για το αλαλούμ με τις διόπτρες και τα …καπνογόνα βλήματα, για τη λίστα αριστερών και δεξιών, για τη βιαιπραγία κατά του Λοχία. Τους τα έψαλα και για ένα προσωπικό μου ζήτημα. Είχαν αρχίσει να απολύουν οπλίτες αλλά και αξιωματικούς, αρχίζοντας από τους …δημοσίους υπαλλήλους. Εγώ είχα παραιτηθεί από το Δημόσιο πριν από ενάμισο χρόνο και ασκούσα ελεύθερο επάγγελμα. Κατά τη διάρκεια της στράτευσης (περίπου 3 μήνες), η επιχείρησή μου πήγαινε κατά διαόλου. Δεν ξέρω αν “ίδρωσε το αυτί τους” αλλά εγώ έβγαλα το άχτι μου.
Αυτές και πολλές άλλες αναμνήσεις από το 1974 αλλά ήδη έχω μακρηγορήσει και πρέπει να κλείσω. Α! Χρεωστώ και μια …συνέχεια για τον καφετζή του χωριού. Αυτόν που την πρώτη μέρα δεν έπαιρνε λεφτά από τον ελληνικό στρατό. Σε λίγες μέρες, όταν έφυγε ο φόβος του πολέμου, ανέβασε τον καφέ στην τιμή που τότε πληρώναμε μόνο στην …πλατεία Συντάγματος. (Ας πούμε 5 Ευρώ με σημερινές τιμές). Και όχι μόνο αυτό. Προπλήρωνες …χρυσό τον καφέ και έπρεπε να μπεις στην κουζίνα και να τον φτιάξεις μόνος σου. Ο ίδιος καθόταν στην πόρτα και …απλώς εισέπραττε! Θα συμφωνείτε νομίζω ότι ήταν ένας …γνήσιος Ελληνάρας!
Και ένα υστερόγραφο: Οι μονιμάδες, παρόλο που τους …τα έψαλα από την καλή, δεν πείραξαν, ως φαίνεται το φύλλο ποιότητας. Έτσι το1981 ειδοποιήθηκα να προσκομίσω πιστοποιητικό υγείας, προκειμένου να προαχθώ σε έφ. Λοχαγό. Μέχρι τότε το πιστοποιητικό αυτό το παίρναμε από τις στρατιωτικές μονάδες Υγειονομικού, μια τακτική που μόλις είχε καταργηθεί και έπρεπε πλέον να εκδοθεί από το Νοσοκομείο, μετά από μια σειρά εξετάσεων. Πήγα στο Νοσοκομείο Σερρών, αρχίζοντας από την ακτινογραφία θώρακα. Βρήκα εκεί μια …στρατιά 150 ταλαιπωρημένων αρρώστων που περίμεναν τη σειρά τους. Έφυγα, επέστρεψα όλα τα χαρτιά στο ΓΕΣ, και τους είπα …να μου λείπει το βύσσινο!
Next Post Previous Post
Τα πάντα για Sports, culture, Art, Life, Hot
και πολλά άλλα !!!

www.panseraikos.gr